Ο Ανδρέας Κάλβος γεννήθηκε το 1792 στην ξακουστή μητέρα του τραγουδιού και των μεγάλων πνευματικών προσωπικοτήτων, «την θαυμασίαν νήσον», όπως ο ίδιος την χαρακτηρίζει, τη Ζάκυνθο, από πατέρα Κερκυραίο, τον Ιωάννη Κάλβο, και μητέρα Ζακυνθινή αρχοντοπούλα, την Ανδριανή Ρουκάνη.
Παιδί 13 χρονών, ύστερα από διάσταση των γονέων του, βρέθηκε με τον πατέρα του χωρίς τη μητέρα του, στην Ιταλία αρχικά και στη συνέχεια στην Ελβετία, την Αγγλία και τη Γαλλία, χωρίς, όμως, να ξεχάσει ούτε την αγαπημένη του μητέρα, που τον συγκινεί βαθύτατα και που ψάλλει με θέρμη και έξαρση:
Ω φωνή, ω μητέρα,
Ω των πρώτων μου χρόνων
Σταθερά παρηγόρησις.
Όμματ’ όπου μ’ εβρέχατε
Με γλυκά δάκρυα! (1)
ούτε τη γενέτειρά του, τη Ζάκυνθο:
Χαίρε Αυσονία, χαίρε
Και συ Αλβιών, χαιρέτωσαν
Τα ένδοξα Παρίσια.
Ωραία και μόνη η Ζάκυνθος
Με κυριεύει. (2)
Στα 1826, ο φιλελεύθερος Κάλβος έρχεται στο Ναύπλιο, γεμάτος πληθωρικό ενθουσιασμό και ασίγαστο πάθος για τον αγώνα. Τον ίδιο χρόνο, όμως, αποκαρδιωμένος, πέρασε στην Κέρκυρα, όπου έμεινε ως τα 1852, οπότε, κουρασμένος από τη ζωή της μοναξιάς, αφήνει την Κέρκυρα και πηγαίνει στην Αγγλία, όπου έζησε ως το θάνατό του.
Το Νοέμβρη του 1869, σε ηλικία 77 χρονών, ο Ανδρέας Κάλβος πεθαίνει. Ο αιώνιος ύπνος ήρθε να φέρει στον κουρασμένο από τα βάσανα και τις θλίψεις ποιητή μας την ηρεμία και τη γαλήνη, που επίμονα του αρνήθηκε η επίγεια ζωή.
Από τη σχετική ληξιαρχική πράξη, πληροφορούμεθα ότι ο Κάλβος πέθανε στις 30 Νοεμβρίου 1869, στο χωριό Louth της Αγγλίας, 5 ½ περίπου ώρες με το τρένο μακριά απ’ το Λονδίνο, από πνευμονία.
Την πληροφορία ότι ο Κάλβος πέθανε «εκ βρογχίτιδος» αναφέρει πρώτος ο Π. Χιώτης (Ιστορικά απομνημονεύματα Επτανήσου).
Ο τάφος του χαμένου ποιητή του Ιονίου ήταν άγνωστος. Ευτυχώς, χάρη στις επιμελημένες έρευνες του Κύπριου λογοτέχνη Αντ. Ιντιάνου και στις παράλληλες έρευνες του Κ. Σολδάτου, βρέθηκε, επιτέλους, ο τάφος σ’ ένα ερημικό νεκροταφείο της χλοϊσμένης υγρής γης της Αγγλίας.
Τις σχετικές πληροφορίες μας δίνει ο Αντ. Ιντιάνος: «Ο Κάλβος είχε ενταφιαστεί στο νεκροταφείο της ενορίας του Keddington. Ο τάφος, σε σχήμα ορθογωνίου, χτισμένος από ντόπια πέτρα και χωρίς να ΄ναι σκεπασμένος με πλάκα, βρίσκεται προς το νότιο μέρος της εκκλησίτσας και περιέχει επίσης το νεκρό της γυναίκας του». (3)
Ο μεγαλος ποιητής του Ιονίου πέθανε μακριά από την πατρίδα, μακριά από ό,τι πιότερο είχε αγαπήσει στον κόσμο και με τόση θέρμη είχε υμνήσει:
Ω φιλτάτη πατρίς,
Ω θαυμασία νήσος,
Ζάκυνθε, συ μου έδωκας
Την πνοήν και του Απόλλωνος
Τα χρυσά δώρα! (4)
Τέλος, αφού πέρασαν 91 χρόνια, το όνειρο του ποιητή των Ωδών, η ύστατη επίκληση στη μοίρα του:
Ας μη μου δώση η μοίρα μου
Εις ξένην γην τον τάφον,
Είναι γλυκύς ο θάνατος
Μόνον όταν κοιμώμεθα
Εις την πατρίδα. (5)
γίνεται πραγματικότητα.
Το έτος 1960 κηρύχτηκε «Έτος Κάλβου» και τη 19η Μαρτίου 1960 τα οστά του Κάλβου και της δεύτερης γυναίκας του Αγγλίδας δασκάλας Charlotte Augusta Vadams έφτασαν στην Αθήνα. Παραλήφτηκαν από το επίσημο κράτος και αντιπροσώπους των επιστημονικών και λογοτεχνικών ιδρυμάτων της χώρας. Ύστερα από πανελλήνιο προσκύνημα, στο ναό του Αγίου Ελευθερίου Αθηνών, τα οστά μεταφέρθηκαν, με επισημότητα και συγκίνηση, στη γενέτειρα του ποιητή, τη Ζάκυνθο, τη μόνη που τον «εκυρίευε» και που του είχε δώσει «την πνοήν και του Απόλλωνος τα χρυσά δώρα!» Τα φέρετρα έφερε στη Ζάκυνθο ο γεν. γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας Ν. Καρμίρης, με το πολεμικό του στόλου «Πλωτ. Χατζηκωνσταντής», την 5η Ιουνίου 1960, στις 10 το πρωί. Με πομπή επιβλητική, καλά οργανωμένη, αλησμόνητη, τα δύο φέρετρα, πάνω σε δύο αυτοκίνητα, σκεπασμένα με τη γαλανόλευκη, έφτασαν στον Άγιο Νικόλαο του Μώλου, που ήταν τότε προσωρινή Μητρόπολη, κι εκεί αποτέθηκαν. Ακολούθησε τρισάγιο και κατάθεση στεφανιών.
Στις 29 Αυγούστου 1960, σε σεμνή τελετή, με την παρουσία του Μητροπολίτη Ζακύνθου αείμνηστου Αλεξίου και όλων των αρχών της πόλης, έγινε ο ενταφιασμός των οστών των Ανδρέα Κάλβου και Καρλότας Αυγούστας, στο δεύτερο τάφο τους, στον περίβολο του ναού του Αγίου Γεωργίου των Φιλικών Ζακύνθου, όπου έμειναν ενταφιασμένα μέχρι το 1968.
Στις 17 Ιανουαρίου 1968, τα οστά του Ανδρέα και της Καρλότας Κάλβου μεταφέρθηκαν από το ναό του Αγίου Γεωργίου των Φιλικών και ενταφιάστηκαν στον τρίτο τάφο τους, στην απέριττη κι επιβλητική ισόγεια αίθουσα του «Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίω», όπου αναπαύονται δίπλα στον τάφο του άλλου εθνικού μας ποιητή, του μεγάλου μας Δ. Σολωμού.
«Ω, του Πινδάρου σύνθρονος ψυχή, συνέστιε των Θεών»
«ω, ασυντρόφιαστο αρετής πελώριο κλέος», (6)
Ανδρέα Κάλβε, κοιμήσου τον αιώνιο, γαλήνιο ύπνο, «χαϊδεύουν» το μνήμα σου «οι Ιόνιοι ζέφυροι» και η «μυρωδιά των χρυσών κίτρων» και των λουλουδιών της «θαυμασίας νήσου», που «ωραία και μόνη σε κυριεύει». Η ποιητική σου αξία και ο αγνός πατριωτισμός σου σ’ έταξαν στα μεγάλα πνεύματα της νέας Ελλάδας:
«Στους ουρανούς ελληνικούς, της αρμονίας η Πούλια.
Σ’ άνανθο βράχο αποσυρτός, αταίριαστος, μονάχος,
ζωσμένος με της λύρας τον ωκεανό, και ο Κάλβος». (7)
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
- Ανδρέα Κάλβου, Ωδή Γ, «Εις θάνατον», κε΄
- Ανδρέα Κάλβου, Ωδή Α΄, «Ο Φιλόπατρις», ιβ΄
- Αντ. Ιντιάνου, Συμβολή στη μελέτη του Ανδρέα Κάλβου, Νέα Εστία, τόμ. 24ος, 15 Σεπτεμβρίου 1938, σελ. 1237-1244 και Ο τάφος του Κάλβου στην Αγγλία, Νέα Εστία, τόμ. 68ος, Σεπτέμβριος 1960, σελ. 203-204.
- Ανδρέα Κάλβου, Ωδή Α΄, «Ο Φιλόπατρις», α΄
- Ανδρέα Κάλβου, Ωδή Α΄, «Ο Φιλόπατρις», κγ΄
- Άγγελου Σικελιανού, ποίημα «Ανδρέας Κάλβος»
- Κωστή Παλαμά, «Βωμοί», βιβλίο πρώτο: «Πατέρες».
Ζάκυνθος, Οκτώβριος 1984
Δημοσιεύτηκε στην ετήσια εικονογραφημένη επιθεώρηση «ΖΑΚΥΝΘΟΣ ΄84».