ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Αρραγές θεμέλιο σύμμετρης και σφαιρικής ανάπτυξης της προσωπικότητας

 

Ο όρος κοινωνικοποίηση χρησιμοποιείται στην ελληνική γλώσσα με διπλή τουλάχιστον σημασία: Πολιτικο-οικονομική και ψυχοκοινωνιολογική. Κοινωνικοποίηση, σύμφωνα με την πολιτικοοικονομική άποψη, σημαίνει, κυρίως, τη μεταφορά μιας επιχείρησης ή ενός ακινήτου από την ατομική ιδιοκτησία στην κοινή κτήση.

Στη εργασία αυτή, θα πραγματευτούμε τον όρο με την ψυχοκοινωνιολογική του σημασία, που υποδηλώνει την ένταξη του ατόμου στην κοινωνία.

Κυρίαρχη θέση, στη διαδικασία της κοινωνικοποίησης, έχουν βασικά τρία στοιχεία: άτομο, κοινωνία, πολιτισμός. Από τη μια πλευρά υπάρχει δηλαδή το άτομο και από την άλλη η οργανωμένη κοινωνία.

Για να μπορέσει το άτομο να ενταχτεί αρμονικά στο κοινωνικό σύνολο, είναι απαραίτητο να οικειοποιηθεί τον πολιτισμό της συγκεκριμένης κοινωνίας και να αναπτύξει την προσωπικότητά του, σύμφωνα με το αξιολογικό σύστημα και το σύστημα συμπεριφοράς, που το σύνολο αποδέχεται.

Η κοινωνικοποίηση είναι μια διαδικασία μάθησης, που έχει ως κύριο περιεχόμενό της συστήματα αξιών, κοινωνικών κανόνων, μορφών συμπεριφοράς κ.λ.π. Η μορφή αυτή μάθησης πραγματοποιείται μέσα από την κοινωνική επαφή και την αλληλεπίδραση και έχει ως αποτέλεσμα την απόκτηση τρόπων σκέψης και δράσης. Το άτομο δηλαδή μέσα σε μια κοινωνία συναναστρέφεται με άλλα άτομα και αναπτύσσει διαπροσωπικές σχέσεις μαζί τους. Κατά την κοινωνική αυτή συναναστροφή, έρχεται σε επαφή με τους κοινωνικούς κανόνες και τις κοινωνικές αξίες, τις οποίες οικειοποιείται από πολύ νωρίς και, συνειδητά ή ασυνείδητα, διαμορφώνει τη συμπεριφορά του σύμφωνα με αυτές. Με τη διαδικασία αυτή το άτομο εντάσσεται στο κοινωνικό – πολιτιστικό του περιβάλλον και γίνεται ικανό και άξιο να δημιουργεί μέσα σ’ αυτό.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η κοινωνικοποίηση δε συντελείται από τη μια μέρα στην άλλη, ούτε και ολοκληρώνεται ποτέ. Δεν είναι ένα στατικό ή παροδικό γεγονός αλλά αντίθετα μια διαδικασία, που διαρκεί όσο και η ζωή του ατόμου. Αφού δηλαδή το άτομο καλείται συνεχώς να ενταχτεί σε νέες ομάδες, να ενστερνιστεί νέες αξίες και μορφές συμπεριφοράς, σημαίνει ότι η κοινωνικοποίηση δεν ολοκληρώνεται ποτέ, αλλά παραμένει ως συνεχής διαδικασία αλληλεπίδρασης ανάμεσα στη συλλογική και την ατομική συνείδηση.

Από παλιά επικράτησε ωστόσο η τάση να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε διάφορες διαδοχικές φάσεις από τις οποίες διέρχεται η κοινωνικοποίηση κατά τη συνεχή της εξέλιξη.

Διακρίνουμε, κυρίως, την πρωτογενή και τη δευτερογενή κοινωνικοποίηση. Για πληρέστερη, όμως, ανάλυση θεωρούμε απαραίτητη τη διάκριση μιας ακόμα εξελικτικής φάσης, που ονομάζεται τριτογενής κοινωνικοποίηση ή ανακοινωνικοποίηση. Υπάρχει βέβαια και μια τέταρτη φάση: η αποκοινωνικοποίηση.

Η πρωτογενής κοινωνικοποίηση εκτυλίσσετα,ι αποκλειστικά ,μέσα στην οικογένεια.

Αρχίζει από τη στιγμή της γέννησης και τελειώνει με την απόκτηση της πολιτιστικής ταυτότητας του παιδιού.

Στη φάση αυτή, πρέπει να διακρίνουμε δύο επιμέρους εξελικτικές βαθμίδες:

α) την καλλιέργεια του κοινωνικού στοιχείου και

β) την πολιτιστική ένταξη.

α) Καλλιέργεια του κοινωνικού στοιχείου.

Το παιδί έρχεται στον κόσμο χωρίς να είναι κοινωνικό ον. Εκείνο που πρωτεύει είναι να γίνει «κοινωνικοποιήσιμο». Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο να επιτευχθεί αρχικά η αφύπνιση, η σταθεροποίηση και η βαθμιαία ενίσχυση του κοινωνικού στοιχείου, που ενυπάρχει στο ανθρώπινο είδος.

Πρόκειται, λοιπόν, για ένα προστάδιο της κοινωνικοποίησης, αφού αυτή η ίδια η διαδικασία δεν έχει αρχίσει ακόμη ουσιαστικά. Αυτό βέβαια δε μειώνει καθόλου τη σημασία της επιμέρους αυτής φάσης, που είναι πραγματικά αξιόλογη, επειδή εμπνέει στο νεογέννητο βρέφος την πρώτη θετική προδιάθεση για ομαλή συνύπαρξη και κοινωνική συμβίωση, παρέχει τις βασικές προϋποθέσεις, γι’ αυτό και ασκεί την πρώτη μύηση. Χωρίς αυτή δε θα ήταν δυνατό να εμφανιστεί και να καλλιεργηθεί το συναισθηματικό και το κοινωνικό στοιχείο και κάθε ανθρώπινη ιδιότητα.

β) Πολιτιστική ένταξη.

Με την πολιτιστική ένταξη συντελείται η οικειοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και των πολιτιστικών αξιών.

Κατά την αναστροφή του δηλαδή με το κοινωνικοπολιτιστικό περιβάλλον, το παιδί βιώνει τις πολιτιστικές αξίες, διαμορφώνει μια πρώτη ηθική συνείδηση και κοσμοαντίληψη, οικειοποιείται το γλωσσικό όργανο των γονέων του, αναπτύσσει τη βασική δομή της σκέψης του και αποκτά γενικά την πολιτιστική του ταυτότητα. Οι επιδράσεις αυτές είναι καθοριστικές για τις προοπτικές και την ανέλιξη του ατόμου.

Η δευτερογενής κοινωνικοποίηση είναι συνέχεια της πρωτογενούς και θεμελιώνεται πάνω σ’ αυτή.

Στη φάση αυτή, το άτομο μαθαίνει τη συμπεριφορά και ρόλο του συζύγου, του πατέρα, του παππού, της μητέρας, της γιαγιάς, τα ήθη και τα έθιμα του πολιτιστικού του περιβάλλοντος, τον επαγγελματικό του ρόλο κτλ. Μέσα από τη διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται και εντάσσεται στο κοινωνικό σύνολο.

Η δευτερογενής κοινωνικοποίηση δε συντελείται μέσα στον αποκλειστικό χώρο της οικογένειας αλλά κυρίως έξω από το δικό της περιβάλλον. Το άτομο βρίσκεται τώρα κάτω από τις επιδράσεις του σχολείου, του επαγγέλματος, των διάφορων ομάδων με τις οποίες συνάπτει σχέσεις, του ραδιοφώνου, της τηλεόρασης, του εντύπου και τόσων άλλων μέσων, τα οποία πληθαίνουν όσο μεταβαίνουμε από τις αγροτικές στις βιομηχανικές κοινωνίες και από την επαρχιακή κοινότητα στην αστική κοινωνία.

Ξεχωριστή θέση παίρνει στη φάση αυτή η σχολική κοινωνικοποίηση, που έχει πρωταρχική σημασία για τη διαμόρφωση τις προσωπικότητας του ατόμου και την κοινωνική του τοποθέτηση. Όπως είναι γνωστό, το σχολικό σύστημα είναι βασικός φορέας μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας και καλλιεργεί τις στάσεις, τις αντιλήψεις, τους τρόπους σκέψης και τις μορφές συμπεριφοράς που συμβάλλουν στη διατήρηση της ιδεολογίας αυτής. Οι σχολικοί, λοιπόν, μηχανισμοί, με όλα αυτά τα στοιχεία που μεταδίδουν στον αναπτυσσόμενο άνθρωπο, ασκούν σοβαρή επίδραση στην τελική διαμόρφωση της προσωπικότητάς του και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές του δομές και τα κοινωνικά του στερεότυπα.

Το σχολικό σύστημα ασκεί και άλλες ακόμη λειτουργίες καθοριστικές για το άτομο, αλλά η κοινωνικοποιητική αποτελεσματικότητα του σχολείου βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την οικογενειακή κοινωνικοποίηση και η σχολική επιτυχία ή αποτυχία του μαθητή είναι προϊόν όχι μόνο της σχολικής αλλά κυρίως της οικογενειακής κοινωνικοποίησης.

Μέχρις εδώ έγινε προσπάθεια, πολύ σύντομα, να αποσαφηνιστεί η έννοια της κοινωνικοποίησης και να αναλυθεί η εξελικτική διαδικασία μέσα από την οποία κοινωνικοποιείται το άτομο.

Τώρα θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε την κοινωνικοποίηση όπως αυτή συντελείται μέσα στην οικογένεια.

Η οικογένεια είναι το περιβάλλον, που θα προσφέρει κατάλληλη και σωστή κοινωνική μαθητεία για την καλλιέργεια του κοινωνικού στοιχείου, αφού ο νεογέννητος οργανισμός έχει ανάγκη όχι μόνο από βιολογική ενίσχυση αλλά και από κοινωνική επαφή. Ιδιαίτερα, ο στενός δεσμός, που αναπτύσσεται ανάμεσα στο παιδί και τη μητέρα, προκαλεί αφύπνιση του κοινωνικού στοιχείου, που φαίνεται να είναι σε λανθάνουσα κατάσταση. Η έντονη συναισθηματική επικοινωνία της μητέρας με το παιδί είναι εντελώς απαραίτητη, για να του εμπνεύσει την πρώτη θετική προδιάθεση για κοινωνική επαφή και επικοινωνία. Η στοργική φροντίδα και η αδιάκοπη έγνοια της του ενισχύουν το αίσθημα της ασφάλειας και της σιγουριάς, το τροφοδοτούν με κοινωνική αισιοδοξία και του παρέχουν βεβαιότητα ότι είναι ευπρόσδεκτο σ’ αυτόν τον κόσμο, έτσι ακριβώς όπως έχει ανάγκη και θέλει να αισθάνεται.

Μέσα από τη θέρμη της αγάπης αρχίζουν να αναπτύσσονται τα πρώτα κοινωνικά συναισθήματα και να καλλιεργούνται οι πρώτες κοινωνικές σχέσεις, γεγονός που εκδηλώνεται χαρακτηριστικά με το πρώτο χαμόγελο του βρέφους, που με το δίκιο της εισπράττει γύρω στον τρίτο μήνα η μητέρα. Αν δε δημιουργηθούν αυτές οι βασικές προϋποθέσεις, το κοινωνικό στοιχείο δε θα εμφανιστεί και ο άνθρωπος δε θα εξελιχτεί τελικά σε κοινωνική οντότητα.

Η ψυχανάλυση έδειξε εξάλλου με τρόπο αναμφισβήτητο – και αυτό αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη προσφορά της στον άνθρωπο – ότι οι εμπειρίες του παιδιού, στα πρώιμα χρόνια της ζωής του, σημαδεύουν οριακά την παραπέρα ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Τότε διαμορφώνεται, όπως λέει ο Erikson, το αίσθημα «αρχέγονης εμπιστοσύνης». Με τον όρο αυτό ο παραπάνω επιστήμονας εννοεί τη θετική στάση του ατόμου απέναντι στον ίδιο τον εαυτό του και τον εξωτερικό κόσμο γενικότερα. Αποτελεί δε θεμελιακή προϋπόθεση για τη σύμμετρη και σφαιρική ανάπτυξη της προσωπικότητας και η απουσία του αισθήματος αυτού συνδέεται με σοβαρές ψυχοσυναισθηματικές διαταραχές. Η θετική αυτή στάση διαμορφώνεται τελικά μόνο αν το παιδί γνωρίσει στα πρώτα χρόνια της ζωής του τη ζεστασιά και τη θαλπωρή της οικογένειας και βιώσει την αμοιβαιότητα των σχέσεων, την εμπιστοσύνη και την ασφάλεια.

Σημαντική πρέπει να θεωρηθεί η επίδραση που ασκεί στο σημείου αυτό ο μητρικός θηλασμός. Το έντονο συναίσθημα, που αναπτύσσεται από την άμεση επαφή του παιδιού με την αγκαλιά της μητέρας, παρέχει, αναμφισβήτητα, μια ιδιαίτερη ζεστασιά, που απλώνεται σε ολόκληρη την ψυχοσυναισθηματική του σφαίρα. Με τον τρόπο αυτό, δεν έχουμε μόνο απλή ικανοποίηση μιας βιολογικής ανάγκης του βρέφους (της πείνας) αλλά τη δημιουργία μιας ιδιαίτερης ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης, που είναι εντελώς απαραίτητη για την ψυχική υγεία και την ομαλή κοινωνικοποίηση. Η έρευνα έχει δείξει, επίσης, ότι οι παλμοί της καρδιάς της μητέρας ηρεμούν και εφησυχάζουν το βρέφος, γεγονός που ενισχύει ακόμη περισσότερο τη δυαδική σχέση μητέρας – παιδιού. Δεν πρέπει, επομένως, να θεωρηθεί συμπτωματικό το γεγονός, ότι όλες σχεδόν οι μητέρες, δεξιόχειρες και αριστερόχειρες, κρατούν συνήθως το βρέφος αριστερά για να το ταΐσουν.

Οι επιπτώσεις της μητρικής αποστέρησης είναι γνωστές από εμπειρικές έρευνες ως σύνδρομο ιδρυματογενούς καθυστέρησης ή ιδρυματισμού. Τα παιδιά αυτά παρουσιάζουν συμπτώματα παθολογικής συμπεριφοράς και μπορεί να καταλήξουν τελικά σε καθολικό σωματικό και ψυχικό μαρασμό.

Με την πολιτιστική ένταξη που ακολουθεί, το άτομο αποκτά τα ιδιαίτερα κοινωνικοπολιτιστικά χαρακτηριστικά της στενότερης ομάδας μέσα στην οποία ζει και αναπτύσσεται.

Όπως είναι φυσικό, ο ρόλος του παιδιού δεν είναι ανεξάρτητος και αποκομμένος από τους ρόλους των μελών της οικογένειας. Έρχεται σε επαφή με τους ρόλους αυτούς και αποκτά μια γενική εικόνα, όχι μόνο για το δικό του αλλά και για τους ρόλους των άλλων μελών της ομάδας.

Σοβαρή είναι στη διαδικασία αυτή η συνεισφορά μιας άλλης ψυχικής λειτουργίας, της ταύτισης. Στη διάρκεια δηλαδή της ανάπτυξής του, το παιδί παρουσιάζει έντονη την τάση να αναζητά πρότυπα συμπεριφοράς των ρόλων που θα οικειοποιηθεί, και του τρόπου ζωής του γενικά, προκειμένου να πετύχει την αυτομόρφωσή του και την κοινωνική ισχυροποίηση του εαυτού του. Έτσι, τα παιδιά ταυτίζονται με τους γονείς. Με την ταύτιση αυτή τα παιδιά βιώνουν τα κοινωνικοπολιτικά στοιχεία, που οι γονείς έχουν εγκολπωθεί και αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τη ετερογένεια των φύλων, έτσι όπως την ερμηνεύουν ο πατέρας και η μητέρα.

Πρέπει να τονίσουμε ότι συντελείται ακόμη μια άλλη μορφή μεταβίβασης των πολιτιστικών στοιχείων από τους γονείς προς τα παιδιά. Όπως είναι γνωστό, τα αποκλειστικά πρόσωπα, με τα οποία έρχεται σ’ επαφή το παιδί στα πρώτα χρόνια της ζωής του, είναι οι γονείς. Μέσα λοιπόν στην οικογένεια, παρακολουθεί πώς αυτοί φέρονται, σκέφτονται, ενεργούν και πράττουν. Όλες, όμως, αυτές οι μορφές συμπεριφοράς προσανατολίζονται, ασυνείδητα τις περισσότερες φορές, σε συγκεκριμένους κανόνες, πίσω από τους οποίους πάλι κρύβονται οι βασικές αξίες του πολιτισμού και οι βασικές «στάσεις» των ατόμων, αφού δεν υπάρχουν μορφές συμπεριφοράς αποκομμένες από αξίες και στάσεις.

Οι γονείς, λοιπόν, με την δράση τους, μέσα κι έξω από την οικογένεια, δε μεταβιβάζουν, απλώς, μορφές συμπεριφοράς αλλά, πίσω από αυτές, κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο: τις αξίες και τις στάσεις τους. Οι στάσεις αποτελούν, όπως είναι γνωστό, έναν «υποκρυπτόμενο παράγοντα», ο οποίος μεταβάλλεται πολύ δύσκολα και από τον οποίο εξαρτάται ένας μεγάλος αριθμός γνωμών και μορφών συμπεριφοράς.

Η οικογένεια, λοιπόν, αποτελεί ένα βασικό φίλτρο μέσα από το οποίο φιλτράρονται οι αξίες και τα πολιτιστικά αγαθά προτού μεταβιβαστούν στα νέα μέλη της και οι γονείς μεταβιβάζουν στα παιδιά τις αξίες και τις στάσεις τους, το γλωσσικό ιδίωμα και τις συνήθειές τους, τον τρόπο με τον οποίο μιλούν, αστειεύονται, επαινούν και βρίζουν. Μέσα από τις επιδράσεις αυτές, τα παιδιά αναπτύσσουν τους αντίστοιχους μηχανισμούς σκέψης και δράσης και αποκτούν την πολιτιστική ταυτότητα, που τους χορηγεί η οικογένεια.

 

Βασικές προϋποθέσεις στην οικογένεια

 

Ως αναγκαίες συνθήκες, για την ομαλή κοινωνικοποίηση του παιδιού, μπορούν να θεωρηθούν οι εξής:

1) Ατμόσφαιρα αγάπης.

Η σημασία του στοιχείου αυτού είναι τεράστια και θεμελιακή. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η αγάπη δεν είναι αρκετό να περιοριστεί μόνο ανάμεσα στους γονείς και στο παιδί, αλλά είναι απαραίτητο να αγκαλιάσει όλα τα μέλη της οικογένειας.

Πρωταρχικό καθήκον των γονιών είναι, λοιπόν, να αναπτύξουν πνεύμα αγάπης και κατανόησης, να σφυρηλατήσουν σωστό ψυχικό δεσμό μεταξύ τους και να συντελέσουν, έτσι, στην ομαλή κοινωνικοποίηση των παιδιών τους. Όταν το παιδί απολαμβάνει την πατρική και τη μητρική στοργή και την αγάπη των υπόλοιπων μελών της οικογένειας, όταν ζει μέσα σ’ ένα ήρεμο φυσιολογικό περιβάλλον, που διακρίνεται από ομαλές σχέσεις και αισιοδοξία, τότε έχει όλες τις δυνατότητες να συγκροτηθεί ομαλά και χωρίς κλυδωνισμούς, ψυχικούς και συναισθηματικούς.

Αντίθετα, όταν το παιδί βιώνει συχνά έντονες ψυχοσυναισθηματικές και συγκινησιακές καταστάσεις, τους διαπληκτισμούς και τις έριδες των γονιών του, τότε υπάρχει φόβος να γίνει ψυχονευρωτικό άτομο, προβληματικό για τον εαυτό του και για το κοινωνικό σύνολο.

2) Θετικό αυτοσυναίσθημα.

Το αυτοσυναίσθημα είναι η κρηπίδα πάνω στην οποία στηρίζονται και διαμορφώνονται όλες οι αντιλήψεις, είναι αυτό που παρέχει συνοχή και συνέπεια στην προσωπικότητα του ατόμου.

Με μειωμένο αυτοσυναίσθημα, είναι, επομένως, δύσκολο να καλλιεργηθεί κοινωνικά το παιδί κα να ενταχτεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο. Ειδικές έρευνες έχουν δείξει την ιδιαίτερη σημασία του παράγοντα αυτού, όχι μόνο στο οικογενειακό περιβάλλον αλλά και στο σχολείο και σε άλλους παράγοντες της αγωγής.

Υποχρέωση, συνεπώς, των ώριμων και κυρίως των γονιών και των δασκάλων είναι να τηρήσουν θετική στάση προς το παιδί, ώστε να ενδυναμώσουν την αυτοπεποίθησή του και να ενισχύσουν το αυτοσυναίσθημά του.

Κάθε υποτίμηση, χλευασμός ή προσβολή, που προέρχεται από τους ώριμους και κυρίως από τους γονείς και τους δασκάλους, οδηγεί ακάθεκτα στην αποδυνάμωση του αυτοσυναισθήματος. Αν μάλιστα αυτό γίνεται εξακολουθητικά, είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσουμε συναισθήματα κατωτερότητας. Παιδιά, που κατατρύχονται από το ψυχοφθόρο αυτό συναίσθημα, παρουσιάζουν δυσκολίες στην ομαλή προσαρμογή και την ένταξη στο κοινωνικό σύνολο. Συχνά οδηγούνται στην περιθωριοποίηση.

3) Αντιστοιχία λόγων και έργων.

Αποτελεσματική συνθήκη κοινωνικοποίησης είναι η βιωματική σχέση, η αλληλεπίδραση.

Αποτελεσματικό είναι αυτό που «πιστεύει» ο καθένας και ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται στις ενέργειες και στις πράξεις του.

Διδακτική βαρύτητα έχουν τα έργα και όχι τα λόγια.

Επομένως, κάθε διδασκαλία με λόγια, που δε συνοδεύεται με ταυτόχρονη πράξη, αποβαίνει άκαρπη και άγονη και πολύ τακτικά οδηγεί σε συγκρούσεις και δημιουργεί σύγχυση στο παιδί. Κατά την ίδια συνέπεια, όλα τα αλλεπάλληλα «μη» των γονιών και ολόκληρο το «περιδέραιο» των απαγορευτικών διατάξεων, που συνθέτουν συνήθως την αγωγή στην ελληνική οικογένεια, είναι αναποτελεσματικά, αν δε συνοδεύονται με ταυτόχρονη εφαρμογή από τους ίδιους τους γονείς και το περιβάλλον γενικά.

4) Σταθερότητα συμπεριφοράς.

Σπουδαίο, επίσης, είναι να υπάρχει σταθερότητα και συνέπεια στη συμπεριφορά των γονιών. Με τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης, διαμορφώνεται η πρώτη ηθική συνείδηση και η αντίληψη γι’ αυτό που θεωρούμε «καλό» ή «κακό». Αν, λοιπόν, δεν υπάρχει συγγένεια σκοπών και τάσεων των γονιών και αντιστοιχία στις πράξεις τους, αλλά αυτό που ο ένας χειροκροτεί ο άλλος το απορρίπτει, τότε επέρχεται σύγχυση στο παιδί, που διχάζεται και αδυνατεί να διαμορφώσει σταθερούς ηθικούς κανόνες. Στο ίδιο αποτέλεσμα οδηγεί και η αλλοπρόσαλλη μεταχείριση των παιδιών εκ μέρους των γονέων. Οι γονείς οφείλουν να μεταχειρίζονται τα παιδιά όχι ανάλογα με τις διαθέσεις της στιγμής αλλά σύμφωνα με κάποιο σταθερό και μελετημένο τρόπο. Δεν είναι δυνατό ένας γονιός να τιμωρεί αυστηρά το παιδί του για μηδαμινά παραπτώματα και να το αφήνει ατιμώρητο για άλλα σημαντικά. Η αντιμετώπιση αυτή προκαλεί στο παιδί αβεβαιότητα και ανασφάλεια, επειδή αδυνατεί να σταθμίσει τις συνέπειες, που θα προκαλέσει με τη δική του συμπεριφορά.

5) Αποφυγή υπέρμετρης αυστηρότητας.

Η συμπεριφορά των γονέων πρέπει να είναι μελετημένη και σταθμισμένη. Πρέπει να αποφεύγεται υπερβολική αυστηρότητα και οι σκληρές τιμωρίες, που μπορεί να κάμουν τα παιδιά αντιδραστικά και απαθή, δουλικά και ευτελή.

Μια σκληρή και βάναυση μορφή συμπεριφοράς είναι δυνατό να διαταράξει ανεπανόρθωτα τη ψυχική ισορροπία και την ομαλή συγκρότηση της προσωπικότητας του παιδιού και να επηρεάσει οριακά τη ζωή του και

6) Ευκαιρίες για παιχνίδι.

Ιδιαίτερη είναι η σημασία του παιχνιδιού στην ομαλή ανάπτυξη του παιδιού και την ένταξή του στην κοινωνία. Χαρακτηριστική είναι η άποψη του Π. Ξωχέλλη, καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την οποία «είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι στο παιχνίδι καλλιεργούνται και προετοιμάζονται οι ικανότητες και δεξιότητες του παιδιού για την αντιμετώπιση της κατοπινής ζωής του σε ατμόσφαιρα αυθόρμητης δραστηριότητας».

Μεγάλη σημασία έχουν τα ομαδικά παιχνίδια, τα οποία διεξάγονται ομαλά μόνο αν τηρηθούν απ’ όλους τους συμπαίκτες οι κανόνες που διέπουν τη διαδικασία τους. Η επιθυμία για την κανονική τους διεξαγωγή και η ικανοποίηση των παιδιών τα παρακινούν στην πιστή εφαρμογή των κανόνων και τα εισάγουν έτσι με τρόπο φυσικό και αβίαστο σε μια πρώτη μορφή κοινωνικής οργάνωσης, αφού τα υποχρεώνουν να συμπεριφέρονται σύμφωνα με ένα προκαθορισμένο σύστημα κανόνων και αρχών.

Ζάκυνθος, Ιούνιος 1991

Δημοσιεύτηκε στα αριθ. 31/30-6-1991 και 32/18-8-1991 φύλλα της εφημερίδας Ζακύνθου «Ο ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ».

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s