Ο άνθρωπος, αντίκρυ στον κόσμο, αν και από μέσα του προβάλλει, υψώνεται υπεράνω του, είναι μυστήριο της δημιουργίας, που, πέρα από τη σωματικότητά του και την ψυχικότητά του, έχει, όμως, κυρίως μόνος αυτός, και πνευματικότητα.
Είναι πλασμένος με τη συμβολή του πνεύματος και για την εισδοχή του πνεύματος. Το πνεύμα, έτσι σαν δημιουργική πνοή Θεού, έτσι σαν θεόπνευστη λειτουργική πραγμάτωση, συνυπάρχει στον άνθρωπο σαν κορύφωση της παγκόσμιας ελευθερίας. Η πνευματικότητα, η μυστηριακή αυτή απόλυτη δύναμη για υπερκέραση της υπαρξιακής του ανθρώπου υποκειμενικότητας, στηρίζει τη συνειδητή προσπάθεια του ανθρώπου να πετύχει μια απόλυτη σχέση με τον εαυτό του και με τον κόσμο.
Η σχέση αυτή αποτελεί ουσιώδες και βασικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης και ζωής (1). Ο άνθρωπος μόνος ούτε υπάρχει και ούτε μπορεί να ζήσει. Ζει και προσδιορίζεται από τον κοινωνικό του περίγυρο, ενώ, συγχρόνως, θέτει και την προσωπική του σφραγίδα, όπως αυτή καθορίζεται από το έμπρακτο φανέρωμα των μυστικών δυνάμεων της αυτοσυνειδησίας του. Έτσι, αυτοοχυρώνεται αμετακίνητα, βεβαιώνεται απόλυτα η συνείδηση του ανθρώπου, σαν ύπαρξη αυθεντική, αυτόσπαρτη, αυτόφυτη και αυτάνθιστη μέσα στον απέραντο χώρο της αυθυπαρξίας του κόσμου.
Η αστραπόβολη αναλαμπή, που καταυγάζει τις σχέσεις των ανθρώπων, είναι η αμοιβαία ευθύνη. «Το ζην, λοιπόν, του ανθρώπου χαρακτηρίζει η ευθύνη παντός προς ό,τι σχετίζεται ούτος» (2), τονίζει ο Μέγας Φαράντος, υφηγητής του Παν/μίου Αθηνών.
Η ευθύνη είναι ακριβώς το έναυσμα, που γεννά και μετέπειτα πυροδοτεί αέναα και αναφλογίζει συνεχώς το ηθικό πεδίο. Η ανευθυνότητα συνεπιφέρει το ακαταλόγιστο. Ηθικό, λοιπόν, είναι η εκπυρωμένη θρυαλλίδα, που υποκινεί σε υπεύθυνη ζωή, σε ελεύθερη μεν αλλά αυτοελεγχόμενη συμπεριφορά. Η ηθική συγκροτείται από λογισμό πρακτικό, πλημμυρισμένο από συνεχή ανάνηψη, ατελεύτητη αναζήτηση και ατέρμονα οραματισμό προς τα ένδον, με αντάξια προβολή προς ό,τι επιτρέπεται ή επιβάλλεται, με άμεσο στόχο την τέλεση της ζωής του ανθρώπου με τρόπο άξιο.
Αναμφίβολα, όπως η ανθρώπνη ζωή δε νοείται χωρίς καθόλου ηθική έτσι ακριβώς δεν μπορεί ο άνθρωπος να πραγματώσει τέλεια την ηθική στη ζωή του. «Η ολική απουσία της ηθικής θα ήταν άρνηση της ουσίας του ανθρώπου, ενώ η ακέραιη πραγμάτωση της ηθικής θα ήταν υπέρβαση των υπαρξιακών ορίων του ανθρώπου» (3), επισημαίνει ο πρύτανης της Παντείου Κ. Δεσποτόπουλος.
Ακέραιες κορυφώσεις και βασικά στοιχεία της ηθικής συγκρότησης του ανθρώπου είναι:
α) Η ανέκκλητη απόφαση και η δύναμη του ανθρώπου να τιθασεύει και να καθυποτάζει τις οποιεσδήποτε «ορμές» του, αυτές που προσδιορίζονται, κυρίως, από εκσπάσεις της βιολογικής νομοτέλειας. Ο δαμασμός των αλογικών αυτών παρορμήσεων, υψώνει την ανθρώπινη ύπαρξη στον απεριόριστο ηθικό χώρο της απολύτρωσης.
β) Η ασίγαστη προσπάθεια του ανθρώπου να πληρώσει τις παρούσες αλλά και τις μελλοντικές στιγμές της ζωής του με αυταξίες, όπως με Αλήθεια και Ομορφιά, με Αγάπη και Θρησκευτική Ανάταση, που ανοίγουν εμπρός στην ανθρώπινη συνείδηση ορίζοντας ζωής μεγαλοδιάστατο.
Δίνουν τη δυνατότητα της υπέρβασης της ανθρώπινης υποκειμενικότητας, ώστε η διαγωγή και η συμπεριφορά του ανθρώπου να ποδηγετείται από το πάμφωτο ηθικό φρόνημα (4), από τη συναίσθηση της ηθικής αξίας. Αποστρέφεται, έτσι, το μίσος και την αδικία, την υστεροβουλία και τη συμφεροντολογία, απεχθάνεται την εμπάθεια και την κακότητα, την εχθρότητα και τη μοχθηρία, τη συκοφαντία και το ψεύδος. Δε βυθίζεται στην αδράνεια και την απραξία, αλλά κινείται προς τη ζωή και τη δράση, την επαγρύπνυση και την ετοιμότητα. Τότε, η ανθρώπινη ψυχή απόρθητη υψώνεται, ασύλληπτη είναι, αήττητη είναι, έχει εξασφαλισμένη τη νίκη, «είτε με την ελευθερία της ζωής, είτε με την ελευθερία του θανάτου».
γ) Η προέκταση της ακατάπαυστης φροντίδας του ανθρώπου, για την πλήρωση της προσωπικής του ζωής με αυταξίες και πέρα από την ατομική του ύπαρξη, ώστε να καλύπτει την ύπαρξη κάθε άλλου ανθρώπου.
Η προέκταση αυτή της φροντίδας ολοκληρώνει ηθικά (5) τον οφειλόμενο σεβασμό προς τον πλησίον, σεβασμό που, αδιάθλαστα, ευθυγραμμίζεται στο περιστύλιο των ηθικών επιταγών με τις κλασικές απαγορεύσεις, προστατευτικές του πλησίον και των αγαθών του, από το «ου φονεύσεις» μέχρι το «ου κλέψεις». Εκφράζεται, ακόμη, ο σεβασμός αυτός με το ηθικό αξίωμα «ο συ μισείς ετέρω μη ποιήσεις», τη δε ηθική του ολοκλήρωση αποτελεί η αυταπόδεικτη αρχή της Χριστιανικής ηθικής: «αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Αρχή, που αν ερμηνευτεί ορθά και όχι στενά, αποσπά τον άνθρωπο από τη μόνωση και τη μοναξιά και τον φέρνει σε σχέση και συνάντηση με το συνάνθρωπο. Είναι η ρίζα η κρυφή, που κι αν όλα τ’ άλλα μαραθούν, κεραυνωθούν και πέσουν, αυτή είναι ικανή ν’ αναβλύσει από τα βάθη του κόσμου ζείδωρους χυμούς και ανθοφόρες δυνάμεις και
δ) Η πρόθυμη και ενσυνείδητη διακινδύνευση της προσωπικής ζωής, για τη σωτηρία ζωής συνανθρώπων ή για τη δημιουργία είτε διάσωση αυτάξιων αγαθών (6).
Η ανυπέρβλητη αυτή προθυμία του ανθρώπου, αντίδρομη προς τη βιολογική νομοτέλεια για την αυτοσυντήρηση της προσωπικής του ζωής, αποτελεί τον κορυφαίο αναβαθμό της ηθικής. Είναι της ηθικής υπόστασης η αφανέρωτη ουσία, το «φως ιλαρόν», που ακτινοβολείται από ενδότατα ανεξερεύνητα βάθη. Σαν ξάστερος ορίζοντας καλύπτει και με την ενέργειά της αποκαλύπτει ό,τι άξιο και ενδόφωτο ανθίζει στην ανθρώπινη ψυχή.
Όπως και στην αρχή τονίστηκε, καίριο συστατικό της ηθικής συγκρότησης είναι και η ευθύνη του ανθρώπου για τον πλησίον και τις αυταξίες του κόσμου. Είναι θεμελιώδες γνώρισμα της ολοκληρωμένης ηθικά προσωπικότητας να έχει βαθύτατη συναίσθηση απέραντης και αμείωτης ευθύνης και να παρορμάται, ανυποχώρητα, απ’ αυτή σε πολυποίκιλη και πολυδύναμη φροντίδα για το συνάνθρωπο και τις ακατάλυτες αξίες του κόσμου. Η συναίσθηση ευθύνης ζωογονεί και καλλιεργεί της γνώσης την καρποφορία και της ψυχής την ανθοφορία, αξιοποιεί και γιγαντώνει της ψυχής τα σκιρτήματα και τους σεισμούς του στοχασμού.
Βάθρο, επίσης, απαραίτητο για την ακεραίωση της ηθικής προσωπικότητας είναι «η ελεύθερη στάση του ανθρώπου αντίκρυ στις διάφορες τύχες της ζωής του» (7). Ο άνθρωπος οφείλει να αντλεί, από τα ύστατα της ύπαρξής του ζώπυρα, δύναμη, ώστε να αποφεύγει την αποδιοργάνωση του ψυχισμού του και να εξασφαλίζει συναισθηματική ισορροπία, βουλητική εγκράτεια και πρακτική ορθοκρισία. Και κατά τον Αριστοτέλη (8), απέναντι στις όποιες χαρές ή λύπες, στα όποια ευτυχήματα ή δυστυχήματα, κάτω από την οποιαδήποτε ασφυκτική πίεση της αμείλικτης πραγματικότητας, ευτυχισμένης ή δυστυχισμένης, ο άνθρωπος πρέπει να συσπειρώνεται στους μυχούς της ψυχικής του ζωντάνιας και με βαθύψυχες αντιδράσεις να διατηρεί την εγκαρτέρηση και αυτοκυριαρχία του.
Έτσι, ο άνθρωπος, με κατάφωτη έξαρση, κοσμογονική, κοσμοπλαστική, αναβαίνει στο ηθικό στάδιο, όπου με διάπυρη πίστη καθορίζει, αγέρωχα και ακέραια, τη συμπεριφορά του, χωρίς καμιά υποταγή ούτε στις ορμές του, ούτε στο «έθος» του κοινωνικού περιβάλλοντος.
Συνειδητά, όμως, υποτάσσεται στην κοινωνική ηθική, στην οποία υπάρχει αποθησαυρισμένος ο ανεκτίμητος πλούτος της ηθικής εμπειρίας της ανθρωπότητας. Αυτή δε η ηθική εμπειρία, αυτοφυής και αυθύπαρκτη, αξερίζωτη και αμάραντη, αποτελεί την αρραγή κρηπίδα της κοινωνικής ζωής, γεμάτης αναστάσιμη πίστη, ζωογόνο αισιοδοξία και ευδαιμονικές προοπτικές.
Στο πεδίο της ηθικής, ο Άνθρωπος εκδηλώνει βαθιά, εντατικά και γόνιμα την ανωτερότητα του ψυχικού του κόσμου, την ευγένειά του. Αντλεί, ασυναίσθητα, μεγαλόφρονες εμπνεύσεις, παρορμήσεις και αυτοσχεδιασμούς από την αθάνατη ζωτικότητα της ελευθερίας, στο ζωοδότη χώρο της οποίας, εμψυχωτικά, αθλείται.
Ακόμη, στο χώρο της ηθικής, ο άνθρωπος νιώθει σαν Άνθρωπος, καθώς «αναγνωρίζει την αξιοπρέπεια στον εαυτό του και σε κάθε άλλον» (9). Κατορθώνει εσωτερική ενότητα, που είναι το ανεξύμνητο άφλογο αλλά φλογοβόλο έναυσμα της σταθερότητας, της ορθοφροσύνης και της ορθοπραξίας. «Η έμφρων ηθική συνείδηση μόνο με την εσωτερική ενότητα εξασφαλίζει την ευστάθειά της» (10), διακηρύττει ο Ε.Π. Παπανούτσος.
Το εναγκάλισμα του θριάμβου, το εναρμόνισμα του αναστάσιμου, το απόσταγμα του φίλτρου της ζωής μόνο η ηθική συγκρότηση μπορεί να εξασφαλίσει. Μόνο με τη δύναμή της ο άνθρωπος μένει απείραχτος και πανελεύθερος, έστω και αν οι σειρήνες των πειρασμών και οι Ερινύες των φόβων καραδοκούν να τον παρασύρουν στην απρέπεια και στην παρεκτροπή.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
- Πρβλ και Αριστοτέλη Πολιτικ΄. Α΄, 2. 1252 β – 1253α: «Πάσα πόλις φύσει έστιν, είπερ και αι πρώται κοινωνίαι… και… ο άνθρωπος φύσει πολιτικόν ζώον».
- Μέγα Φαράντου, Δογματική και Ηθική, Αθήναι, 1973, σελ. 119
- Κ.Ι. Δεσποτόπουλου, Μελετήματα Φιλοσοφίας, Αθήναι, 1978, σελ. 56
- Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια, 1163α – 22-23: «Της αρετής γαρ και του ήθους εν τη προαιρέσει το κύριον». Επισημάνθηκε επίσης στο Μεσαίωνα από τον ABAELARDYS και στους νεότερους χρόνους από τον ΚΑΝΤ.
- Κ.Ι. Δεσποτόπουλου, Φιλοσοφία του Δικαίου, 1954, σελ. 125 κ.επ.
- Κ.Ι. Δεσποτόπουλου, Ηθικά Β΄, Αθήνα, 1962, σελ. 41 κ. επ.
- Κ.Ι. Δεσποτόπουλου, Μελετήματα Φιλοσοφίας, Αθήναι, 1978, σελ. 60
- Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια, 1101 α: «τον γαρ ως αληθώς αγαθόν και έμφρονα πάσας οιόμεθα τας τύχας ευσχημόνως φέρειν και εκ των υπαρχόντων αεί τα κάλλιστα πράττειν, καθάπερ και στρατηγόν αγαθόν τω παρόντι στρατόπεδω χρήσθαι πολεμικώτατα και σκυτοτόμον εκ των δοθέντων σκυτών κάλλιστον υπόδημα ποιείν».
- Καρλ Γιάσπερς, Μαθήματα Φιλοσοφίας, Αθήναι, 1978, σελ. 86
- Ε.Π. Παπανούτσου, Φιλοσοφικά Προβλήματα, Αθήναι, 1978, σελ. 113
Ζάκυνθος, Δεκέμβριος 1982
Δημοσιεύτηκε στο αριθ. 400/20-12-1982 φύλλο της εφημερίδας Ζακύνθου «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΦΩΝΗ».